αλαβάρδα

αλαβάρδα
Τύπος λόγχης που προέρχεται από την Κίνα. Η εισαγωγή του στον ευρωπαϊκό χώρο χρονολογείται από τον 14ο αι. Αποτελείται από τρία τμήματα: την αιχμή, την κόψη και την αρπάγη. Κατά τους τελευταίους μεσαιωνικούς χρόνους τη χρησιμοποίησαν κυρίως οι Γερμανοί και οι Ελβετοί στρατιώτες. Επέζησε περισσότερο από τα άλλα αγχέμαχα όπλα μετά την εμφάνιση των πυροβόλων, χάρη στα εντυπωσιακά, συμβολικά και διακοσμητικά της στοιχεία. Γι’ αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστικά τη χρησιμοποιεί ακόμα η ελβετική φρουρά του Βατικανού. Ιταλική, ισπανική και γερμανική αλαβάρδα, πολεμικά όπλα του 15ου και του 16ου αι. Ιταλικές αλαβάρδες, όπλα του 17ου αι.
* * *
η
μεσαιωνικό όπλο. Αποτελούνταν από ένα κοντάρι που στην κεφαλή του υπήρχαν μια λεπίδα τσεκουριού, μια αιχμή δόρατος και ένας γάντζος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. alabarda.
ΠΑΡ. αλαβαρδιέροι].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • αλαβαρδιέρος — ἀλαβαρδιέρος, ο (Μ) [ἀλαβάρδα] οπλισμένος με αλαβάρδα, λογχοφόρος …   Dictionary of Greek

  • λογχοπέλεκυς — έκεως, ο είδος επιμήκους παλαιάς λόγχης που έφερε κάτω από την αιχμή αμφίστομο πέλεκυ, αλλ. αλαβάρδα. [ΕΤΥΜΟΛ. < λόγχη + πέλεκυς] …   Dictionary of Greek

  • Άουνιετιτς — (Aunjetitz). Πόλη της Βοημίας (σήμερα Unêtice)από την οποία πήρε το όνομά του ένας σημαντικός προϊστορικός πολιτισμός (πρώτη περίοδος της εποχής του ορείχαλκου, 1800 1600 π.Χ.), ο πρώτος που εμφανίστηκε στην κεντρική Ευρώπη. Οι κάτοικοι της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”